κλύστρο(ν)

κλύστρο(ν)
το
(ηλεκτρον.) ηλεκτρονική λυχνία που χρησιμοποιεί τη διαμόρφωση ταχύτητας μιας δέσμης ηλεκτρονίων για την παραγωγή ή ενίσχυση ρευμάτων υψηλής συχνότητας τα οποία αντιστοιχούν σε μήκος κύματος μικρότερο ή ίσο τών δέκα εκατοστομέτρων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. klystron < clys- (πρβλ. θ. κλυσ- τού κλύζω) + -tron (πρβλ. κατάλ. -τρον, δηλωτική τού οργάνου)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κλύστρο — (η). Ηλεκτρονική λυχνία ικανή να ενισχύει ή να παράγει ηλεκτρικές ταλαντώσεις πολύ υψηλής συχνότητας (μέχρι 50 GHz). Όταν έχουμε συχνότητες που αντιστοιχούν σε μήκη κύματος της τάξης των εκατοστών έως μερικών χιλιοστών του μέτρου, ο χρόνος που… …   Dictionary of Greek

  • θερμιονική λυχνία — Γενικός όρος με τον οποίο υποδηλώνονται ηλεκτρονικές διατάξεις που χρησιμοποιούνται ως ανορθώτριες, φωράτριες, ταλαντώτριες και ενισχύτριες ηλεκτρικών ρευμάτων. Η λειτουργία της θ.λ. βασίζεται στο θερμιονικό φαινόμενο (βλ. λ. θερμοηλεκτρονικό ή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”